Γράφει η μαθήτρια Μελίνα Λαζάρου (Β2)

Χρόνια διαπραγματεύσεων, συνεδρίων, κάθε λογής διπλωματικών προσεγγίσεων… Κι όμως, τα δακρυσμένα μάτια των Καρυάτιδων δεν έχουν ακόμα αντικρίσει τον τόπο καταγωγής τους. Πρόκειται για μια προσβολή. Εθνική και πολιτισμική. Ο επαναπατρισμός των Γλυπτών του Παρθενώνα θα έπρεπε να είναι αυτονόητος, όχι να απαιτείται. Ωστόσο, σε αυτήν την κατάσταση εμπλέκονται συμφέροντα, που καλύπτονται από αβάσιμες δικαιολογίες και προφάσεις. Τα Γλυπτά του Παρθενώνα είναι ελληνικά και ως αρμόζουσα θέση τους ορίζεται -δικαιωματικά- η Ελλάδα. Όσο ματαιόδοξο κι αν φαντάζει, θα πρέπει να συνεχίσουμε να τα διεκδικούμε. Αποτελούν σύμβολο του πολιτισμού μας. Αναπόσπαστο και κομβικής σημασίας κομμάτι της ιστορίας μας. Αν εγκαταλείψουμε αυτήν την προσπάθεια, εγκαταλείπουμε και τις αρχές μας. Αυτό δεν θα έπρεπε να το επιτρέψουμε να συμβεί. Αν, βέβαια, θέλουμε να λεγόμαστε Έλληνες…
Όπως όλοι οφείλουμε να γνωρίζουμε, η επαίσχυντη αυτή κατάσταση έχει τις ρίζες της στις αρχές του 19ου αιώνα, κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας στην Ελλάδα. Την περίοδο αυτή, κατά την οποία ο ελληνικός πολιτισμός ήταν ιδιαίτερα ευάλωτος και εκτεθειμένος, ο λόρδος Έλγιν, εκμεταλλευόμενος τις ατυχείς συγκυρίες, επέλεξε να πράξει μία ιεροσυλία διεθνών διαστάσεων. Πραγματοποίησε την κλοπή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Τα Γλυπτά μετέπειτα μεταφέρθηκαν στη Βρετανία, όπου παρουσιάστηκαν ως εκθέματα στο Βρετανικό Μουσείο και παραμένουν εκεί ως σήμερα. Ωστόσο, δεν παρέχεται στο ελάχιστο η ανάλογη της αξίας τους ασφάλεια, όπως άλλωστε αποδεικνύεται και από πρόσφατα δημοσιεύματα, που αναφέρουν πως από τις αποθήκες του μουσείου «χάθηκαν, κλάπηκαν ή καταστράφηκαν» αντικείμενα, που φυλάσσονταν για ακαδημαϊκούς και ερευνητικούς σκοπούς και δεν είχαν εκτεθεί στις συλλογές του. Αδιανόητο, παρ’ όλα αυτά αληθινό! Για τα γλυπτά αυτά, δεν ήταν τότε δυνατόν να προβληθεί καμία αντίσταση. Σήμερα, όμως, οι συνθήκες έχουν αλλάξει.
Τα αρχαία αυτά αριστουργήματα δεν αποτέλεσαν ποτέ αντικείμενο πνευματικού ενδιαφέροντος για εκείνους που τα έχουν. Αντίθετα, από σύμβολο πολιτισμού, μετατράπηκαν σε βιοποριστικό μέσο στα χέρια της προσωποποιημένης απληστίας. Αυτή τη στιγμή εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο, ενώ προσελκύουν χιλιάδες επισκέπτες, οι οποίοι θαυμάζουν τα έργα ενός άλλου πολιτισμού, εις βάρος του οποίου ενισχύεται η βρετανική οικονομία. Φυσικά, λοιπόν, και η χώρα αυτή θα χάσει πολλά, αν τα γλυπτά αυτά επαναπατριστούν! Γιατί θα ανοίξουν οι ασκοί του Αιόλου σχετικά με παγκόσμια πλέον συμφέροντα… Αν τα γλυπτά του Παρθενώνα επιστραφούν, θα πρέπει να επιστραφούν κλοπιμαία και άλλων πολιτισμών, με αποτέλεσμα πολλά διεθνούς φήμης μουσεία να «διαγραφούν» από τον χάρτη σημείων υψηλής επισκεψιμότητας. Και αυτό θα ήταν σοβαρό πλήγμα.
Προσωπικά, πιστεύω ότι δεν πρόκειται μόνο για μία κλοπή, αλλά και για μία ισοπέδωση του πνεύματος, του πολιτισμού, του ήθους. Σπουδαία έργα τέχνης, ανεκτίμητης αξίας, αντιμετωπίστηκαν με μία βαρβαρότητα άνευ προηγουμένου, ώστε εντέλει να αποτελέσουν ένα ακόμη θύμα της ιδιοτέλειας του ανθρώπου.
Τα γλυπτά αυτά για τους Έλληνες, δεν αποτελούν μόνο σπουδαία έργα τέχνης, φορείς του ελληνικού παρελθόντος, αλλά προπάντων το παρόν μας. Αυτό, γιατί απαρτίζουν την ταυτότητα του έθνους μας! Από εκείνα πηγάζουν συμβολισμοί, αρετές που περιγράφουν την έννοια «Ελλάδα» και που θέτουν τα θεμέλια για την πορεία μας και την εξέλιξή μας. «Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν για εμάς τους Έλληνες τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Είναι η υπερηφάνεια μας, είναι οι θυσίες μας. Είναι το ευγενέστερο σύμβολο τελειότητας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι οι φιλοδοξίες μας και το ίδιο το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητας», είχε πει η Μελίνα Μερκούρη.
Τα γλυπτά αυτά, δεν είναι «ελγίνεια», όπως αποκαλούνται, γιατί ανήκαν και εξακολουθούν να ανήκουν στον Παρθενώνα. Ούτε θα έπρεπε να χαρακτηρίζονται ως «Μάρμαρα», γιατί αποτελούν κάτι πολύ σπουδαιότερο από ένα υλικό. Αν αυτό δεν μπορούμε ως λαός να το συλλάβουμε, τότε θα ήταν ίσως καλύτερα, να μην προσπαθήσουμε άλλο να τα διεκδικήσουμε…