Εκτύπωση

Γράφει ο μαθητής Κωνσταντίνος Χειρίδης (Β4)

Ο χρόνος πάγωσε εκείνο το τραγικό πρωινό της 20ης Ιουλίου 1974, όταν η Μεγαλόνησος της Ανατολικής Μεσογείου άρχισε να αιμορραγεί από τον Τούρκο κατακτητή, που εισέβαλε στο νησί σκορπώντας τον όλεθρο, τον θάνατο, την απόγνωση! Η ελληνική πλευρά πιάστηκε στον ύπνο και η αντίδρασή της εκδηλώθηκε με μεγάλη καθυστέρηση, ενώ στο νησί είχαν ήδη φθάσει τουρκικά στρατεύματα…

Η Τουρκία υποστήριξε ότι δεν επρόκειτο για εισβολή, αλλά για «ειρηνική επέμβαση», παρά το γεγονός ότι είχε παραβιάσει κάθε κανόνα της διεθνούς νομιμότητας, συμπεριλαμβανομένου του Καταστατικού Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Το τουρκικό κράτος είχε πλέον βρει την αφορμή να επιβάλει τα διχοτομικά του σχέδια σε βάρος της Κύπρου κατακτώντας το 37% του νησιού και χωρίζοντας την πρωτεύουσα του νησιού, Λευκωσία, σε δύο άνισα μέρη κάνοντάς την την τελευταία διχασμένη πρωτεύουσα της Ευρώπης.

Τις προηγούμενες μέρες, τα τουρκικά στρατεύματα μετακινούνταν στην Μικρασιάτικη ακτή, ακριβώς απέναντι από την Κύπρο. Η ελληνική και η κυπριακή κυβέρνηση θεωρούσαν ότι επρόκειτο για κάποια μπλόφα, όπως συνήθιζε να κάνει η Τουρκία με συνεχείς απειλητικές χειρονομίες. Στις 15 Ιουλίου του 1974 η Χούντα των Αθηνών δια των οργάνων της στη Μεγαλόνησο (Εθνική Φρουρά, ΕΛΔΥΚ, ΕΟΚΑ Β’) ανατρέπει τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, αρχιεπίσκοπο Μακάριο, ένα γεγονός που εξόργισε τους Τούρκους και τους έδωσε την ευκαιρία να επέμβουν πολεμικά. Ο τουρκικός στρατός, χωρίς δισταγμό, ξεκίνησε την εισβολή από την παραλία Πενταμίλι, κοντά στην Κηρύνεια. Η πολεμική επιχείρηση των Τούρκων, η οποία ονομαζόταν «ΑΤΤΙΛΑΣ», χωρίστηκε σε δύο μέρη. Το «ΑΤΤΙΛΑΣ Ι», που ξεκίνησε τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου 1974 και ολοκληρώθηκε τρεις μέρες μετά και ακολούθως, το «ΑΤΤΙΛΑΣ ΙΙ» στις 14 Αυγούστου, με αποτέλεσμα την παράνομη κατοχή του 37% του κυπριακού εδάφους από τα τουρκικά στρατεύματα, τον εκτοπισμό 150.000 Ελληνοκυπρίων κάνοντάς τους πρόσφυγες στην ίδια τους τη χώρα, ενώ υπήρξαν και πολλοί νεκροί. Οι 20.000 Ελληνοκύπριοι και Μαρωνίτες που επέλεξαν να μην εγκαταλείψουν τα σπίτια τους παρά την τουρκική κατοχή, υπόκειντο σε συνεχή παρενόχληση, περιορισμούς στις μετακινήσεις, άρνηση πρόσβασης σε επαρκή ιατρική φροντίδα και εκπαίδευση, με αποτέλεσμα να υποχρεωθούν κι αυτοί να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Πολλοί εξακολουθούν να αγνοούνται.
Ο τουρκικός στρατός που είχε εισβάλλει στο νησί αριθμούσε γύρω στους 50.000 άνδρες υπό τη διοίκηση του Νουρετίν Ερσίν. Παρά την καλύτερη προετοιμασία τους, την αριθμητική τους υπεροχή και την ποιότητα του εξοπλισμού τους, αντιμετώπισαν σημαντικά προβλήματα ασυνεννοησίας. Η τουρκική αεροπορία βύθισε το αντιτορπιλικό Κοτσατεπέ (D-354) και προκάλεσε ζημιές σε άλλα δύο τουρκικά αντιτορπιλικά, τα οποία θεωρούσε ελληνικά. Από την Ελληνοκυπριακή πλευρά, ο κυπριακός στρατός δεχόταν βοήθεια από την ΕΛΔΥΚ (Ελληνική Δύναμη Κύπρου) και την εθνική φρουρά. Το Ελληνοκυπριακό στρατόπεδο διέθετε γύρω στους 40.000 στρατιώτες. Οι ήρωες που προστάτευσαν την Κύπρο έχουν γράψει ιστορία με τις θυσίες τους, προκειμένου να προστατεύσουν αυτό το απόμακρο κομμάτι του ελληνικού κόσμου. Αξίζει να αναφερθεί το όνομα του Μανόλη Μπικάκη, που έχει παραμείνει στην ιστορία ως ο Έλληνας «Ράμπο», που ανατίναξε 7 τουρκικά τεθωρακισμένα.

Διανύουμε ήδη το πεντηκοστό έτος από το πραξικόπημα και την τουρκική εισβολή. Όλες οι προσπάθειες για μια ειρηνική διευθέτηση απέτυχαν και το μόνο θετικό και αισιόδοξο είναι η διάσωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, του νόμιμου και διεθνώς αναγνωρισμένου κράτους-μέλους του ΟΗΕ, της ΕΕ και πολλών άλλων διεθνών οργανισμών. Το κράτος αυτό ανήκει σε όλους τους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς διάκριση εθνικής καταγωγής, θρησκείας ή γλώσσας. Το Κυπριακό ζήτημα, δυστυχώς, παραμένει άλυτο. Είμαι μαθητής της Β’ γυμνασίου και έχω καταγωγή από την Κύπρο. Δεν ζούσα τότε, αλλά γνωρίζω ότι το γεγονός αυτό έχει ανοίξει μία μεγάλη πληγή στον Ελληνισμό και όλοι οι Ελληνοκύπριοι δεν πρόκειται να ξεχάσουν ποτέ την τραγωδία εκείνων των ημερών!