Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας αλλά πολύ κοντά στους νέους, ο πολυβραβευμένος και μεταφρασμένος ποιητής, Αντώνης Φωστιέρης, παραχώρησε στη δημοσιογραφική ομάδα του Ερμή μια εφ’όλης της ύλης συνέντευξη, όπου αναφέρθηκε στην ποίηση και τη ζωή του.
- Κύριε Φωστιέρη, σας ευχαριστούμε πολύ για τη σημερινή μας συνάντηση. Ας ξεκινήσουμε από μια βασική ερώτηση που όλοι θέλαμε να σας θέσουμε. Τι σας οδήγησε να ασχοληθείτε με την ποίηση;
Στην ποίηση από μικρή ηλικία βρήκα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ακόμα και από τα σχεδόν απλοϊκά και αφελή ποιήματα που είχαμε στο αναγνωστικό του δημοτικού, κατάλαβα τη δύναμη που έχει η ποίηση να συμπυκνώνει τις σκέψεις, τα αισθήματα και τις μνήμες που ήθελε κάποιος να καταγράψει ή να μεταδώσει στους άλλους. Μου φάνηκε ότι είναι ένας τρόπος λογοτεχνικής γραφής πολύ πιο ευθύβολος από την πεζογραφία, η οποία για να εκφράσει -ενδεχομένως- το ίδιο περιεχόμενο χρειάζεται περισσότερο χώρο και μεγαλύτερη ανάλυση.
- Είχατε κάποιο πρότυπο στα πρώτα βήματα της ποιητικής σας πορείας; Κάποιος που σας ενέπνευσε ή ένας ποιητής με τον οποίο καλλιτεχνικά ή ιδιοσυγκρασιακά νιώθατε συγγενής;
Μου αρέσει η ερώτηση που μου κάνετε. Στην αρχή δεν είχα. Αργότερα μέσα από μια ποιητική ανθολογία μπόρεσα να βρω πολλά έργα συγκεντρωμένα και να γνωρίσω πολλά πρόσωπα της ποίησης. Με την πάροδο του χρόνου και σε συνάρτηση με την ηλικία, οι προτιμήσεις μου, φυσικά, άλλαζαν. Θυμάμαι μια ωραία φράση του Πωλ Ελυάρ: «Ποιητής δεν είναι αυτός που εμπνέεται, αλλά αυτός που εμπνέει», αυτός δηλαδή που μπορεί να δημιουργήσει και στον αποδέκτη την επιθυμία να έρθει πιο κοντά στην ποίηση και -σε τελευταία ανάλυση- στην ουσία της τέχνης. Η ποίηση, εξάλλου, είναι η πυρηνική έκφανση της τέχνης. Σε όλες τις τέχνες υπάρχει μια ποιητικότητα ή το ζητούμενο της ποιητικότητας. Για αυτό και προκαλεί τη συγκίνηση, κάτι που αποτελεί τη λυδία λίθο κάθε τέχνης.
Διαβάστε όλη τη συνέντευξη, εδώ.
«…Ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε…»
Μυστήριο η είσοδός Του εις τον κόσμο
Μυστήριο και η έξοδός Του από τον τάφο
Έχουν περάσει είκοσι αιώνες από τότε που ακούστηκε το χαρμόσυνο μήνυμα της Ανάστασης. Είκοσι αιώνες και οι άνθρωποι ζούμε σε έναν κόσμο όπου ο σταυρός και η Ανάσταση είναι καθημερινά γεγονότα στη ζωή μας. Ο σταυρός του πόνου, της ανάγκης, της φτώχειας, του πολέμου, του θανάτου, της απώλειας, του χωρισμού, της βίας, της κακοποίησης, της εκμετάλλευσης και της αρρώστιας στοιχειώνουν την ανθρώπινη ζωή, την κάνουν δύσκολη, επίπονη, την αδειάζουν από νόημα και αξία, την κάνουν παράλογη, την κατακερματίζουν.
Είναι τότε που όλοι προσμένουμε μια αλλαγή, μια απαλλαγή από τους καθημερινούς σταυρούς. Στην ουσία, δηλαδή, προσμένουμε τη δική μας Ανάσταση, τη δική μας ριζική αλλαγή, την έξοδο από τη δίνη, τη νοηματοδότηση του προσωπικού μας σταυρού. Να κατανοήσουμε ότι η σταύρωση δεν είναι το τέλος, ο άνθρωπος είναι πλασμένος για την Ανάσταση που όμως δεν νοείται χωρίς σταυρό.
Η Ανάσταση είναι λυτρωτική υπό την έννοια ότι μας ελευθερώνει από τα εσωτερικά βαρίδια. Είναι καινούρια αρχή ως εγρήγορση της συνείδησης, ως αναγέννηση, ως εσωτερική αφύπνιση. Είναι συνώνυμη της ανάτασης, της ανάκαμψης, της υπέρβασης. Είναι μια δοκιμασία πίστης. Η ζωοποίηση ενός νεκρού είναι πρόκληση για το μυαλό κάθε ανθρώπου, αλλά και πρόσκληση αποδοχής του. Χωρίς την Ανάσταση δεν συγκροτείται η χριστιανική διδασκαλία. Μια Ανάσταση που μας εξοικειώνει με τον θάνατο, αλλά δεν μας συμφιλιώνει μαζί του, μια Ανάσταση που μας ωθεί να χαιρόμαστε τη ζωή και να αγαπάμε τους άλλους. Μια Ανάσταση που μας επιτρέπει να αποκτήσουμε αίσθηση της μέγιστης κλίμακας του χρόνου και της ελάχιστης κλίμακας της ύπαρξής μας, ατομικής και συλλογικής, μέσα στο σύμπαν.
Προσδοκούμε Ανάσταση νεκρών, μα και Ανάσταση ζωντανών. Ανάσταση από το θάνατο της πλεονεξίας, της υποκρισίας, της ελευθερίας, της ευαισθησίας της ανθρωπότητας, της αγάπης (βρώμα την αγάπην ποιούμενοι). Της πράξης και του ονείρου. Προσδοκούμε Ανάσταση των αδυνάτων, των αδύναμων, των περιθωριοποιημένων. Ανάσταση της ευθύνης. Να γίνουν οι φτωχοί η Αγία Τράπεζα του σύγχρονου βίου μας. Προσδοκούμε την Ανάσταση κάθε αίσθησης, την Ανάσταση της έκπληξης. Να πυρπολήσουμε τη μιζέρια και το ανικανοποίητο. Προσδοκούμε εκείνη την αίσθηση, εκείνο το βλέμμα, που θα κοιτάει κάθε στιγμή ως τελευταία, έως ότου κατοικήσουμε το κάλλος, έως ότου μας κατοικήσει το κάλλος. Μόνο τότε θα νιώθουμε τα επίγεια με τα επουράνια να γίνονται ένα, τα ορατά να φιλιώνουν με τα αόρατα, η στρατευόμενη εκκλησία να γίνεται μια κοινή χαρμόσυνη χορωδία με την θριαμβεύουσα.
Η ιερή «τρέλα» της αναστάσιμης χαράς διαλύει το χοϊκό κράτος του ορθολογισμού, συντρίβει τον μηδενισμό κάθε εποχής, κάνει τις φιλοσοφίες του κόσμου να μοιάζουν νοητικά «κουφάρια». Η Ανάσταση του Χριστού είναι το αδιάψευστο τεκμήριο της θεότητάς Του, το αιώνιο «αγκάθι» στο πλευρό των υλιστών.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη επ-Ανάσταση από την Ανάσταση.
Η Διευθύντρια Ο Σύλλογος Καθηγητών
Κλικ για να δείτε το πόστερ, εδώ.
1824 – 2024: 200 χρόνια χωρίζουν τις δύο χρονολογίες. Στη διάρκεια των 200 αυτών χρόνων ολόκληρη η ανθρωπότητα έχει αλλάξει κοινωνικά, οικονομικά, πολιτικά, πολιτιστικά. Οι αλλαγές αυτές άλλοτε έγιναν επί καλό και έφεραν την εξέλιξη και την πρόοδο που βιώνουμε μέχρι και σήμερα, άλλοτε ήταν καταστροφικές ή ουτοπικές.
Στη διάρκεια όμως όλων αυτών των χρόνων, το ζητούμενο είναι ένα και είναι πανανθρώπινο: η Ελευθερία. Η ελευθερία ως ιδέα και αξία, ως κατάσταση και βίωμα. Κάθε μορφή ελευθερίας! Ελευθερία εθνική (εθνική αυτοδιάθεση), ελευθερία πολιτική (πνευματική ανεκτικότητα), ελευθερία κοινωνική (δικαίωμα συνεταιρίζεσθαι), ελευθερία πνευματική (ελεύθερη έκφραση της άποψης), ελευθερία ατομική (αυτοπροσδιορισμός, ατομική αυτοδιάθεση)! Η ελευθερία, αν και στο μυαλό του καθενός είναι αυτονόητη, δεν ήταν ανέκαθεν κεκτημένο δικαίωμα. Και στις μέρες μας, ακόμα, που είναι καθολικά αναγνωρισμένο ανθρώπινο δικαίωμα, κατοχυρωμένο, γι’ αυτό και απαιτητό, δεν είναι δεδομένο. Χρειάζεται διαρκής προσπάθεια για να βιωθεί σε κάθε της μορφή.